un bee liver

Un Bee Liver. A surreal approach to the roach of all aproaches.

Name:
Location: Αααααααααααααααααχ, Βααααααααααααααααχ

Όταν και αν ποτέ καταλάβω τι συμβαίνει about me ίσως και να σας ενημερώσω

Tuesday, November 21, 2006

Σπάιντερμαν ΙΙΙ, βέρσους Βένομ





Πάραμαουντ πίκτσερς (ή κάποια άλλη αντίστοιχη πολυεθνική που ρουφάει σα βρικόλακας το αίμα της Αφρικής) πράουντλι πριζέντς... Σπάιντερμαν ΙΙΙ, βέρσους Βένομ!

Το έτος: 1980
Το μέρος: Λονδίνο, σε κάποιο κλειστό χώρο τεράστιας περιεκτικότητας, κατεκλεισμένο κυριολεκτικά από νεαρής ηλικίας κυρίως ανθρώπους οι οποίοι εμφάνιζαν ποικιλόμορφες αντιδράσεις κατά τη διάρκεια της αναμονής για την έναρξη κάποιου (προφανώς σημαντικού γι αυτούς) γεγονότος. Το σκότος είχε την τιμητική του εκείνη τη βραδιά και πράγματι, μπορούσε κανείς να δει εκφάνσεις του σχεδόν παντού, στον κλειστό αυτό χώρο. Στις σκέψεις των ανθρώπων που ούρλιαζαν σαν να μην υπάρχει αύριο, στην ενδυματολογική τους αισθητική που έκανε ορθόδοξη κηδεία να θυμίζει πανηγύρι και κυρίως στην σχεδόν ολοκληρωτική έλλειψη φωτισμού που καθιστούσε τη σκιαγράφηση του οικοδομήματος αδύνατη. Μια φωνή όμως από τα μεγάφωνα στάθηκε αρκετή για να σιωπήσει (έστω και προσωρινά) το βρυχηθμό του κτήνους που αγωνιούσε για τη συνέχεια. Λέηντις εντ τζέντλεμεν, φρομ δε βέρι ντεπθς οφ χελ... Βένομ! Τα επακόλουθα είναι εξωπραγματικά και παρακαλούνται οι καρδιακοί (να χρησιμοποιήσουμε και λίγη μπασκετική ορολογία) να σταματήσουν την ανάγνωση προς αποφυγήν επιδείνωσης της κατάστασης της υγείας τους. Και πως να μην επιδεινωθεί η κατάσταση τη στιγμή που οι αναγεννημένοι τέσσερις (4) ιππότες της αποκάλυψης εξαπολύουν ηχητική επίθεση-προάγγελο της επικείμενης καταστροφής. Μέσα από φλόγες και καπνούς λοιπόν, εμφανίστηκε ο Κρόνος (γνωστός και ως ρέημπιντ κάπτορ οφ μπέστιαλ μαλέβολενς) στο ηλεκτρικό μπάσο και τις κατάρες, ο Μάντας (με αντίστοιχο καλλιτεχνικό (γκουχ γκουχ) ψευδόνυμο (δε θα τό’ λεγα παρατσούκλι) –πρόταση που υποδηλώνει κακία, μίσος, σατανισμό, καταδίκη, καταστροφή, ουρολαγνεία και τρίξιμο οδόντων) στην κιθάρα και την εκτροφή μεταλλαγμένων τζιτζικιών, ο Άμπαντον στα κουζινικά και τα τύπμανα και η Λούλου, το μάυρο πεκινουά του Άμπαντον στα δεύτερα γαυγίσματα. Το ανομοιογενές κοινό τότε βρέθηκε σε αλλοπρόσαλη κατάσταση καθώς τα μάγια (όπως και τα ίνκας) του Κρόνος φάνηκαν να πιάνουν τόπο. Μέσα σ’ αυτή την ανθρώπινη μάζα που μόλις είχε αρχίζει να συντονίζεται με τους παλμούς των μπασογραμμών και τα προκαταρκτικά παιχνίδια του κουταλιού με την κατσαρόλα, κάποιο καλά εκπαιδευμένο μάτι θα μπορούσε να εντοπίσει μεταλλάδες, πάνκηδες, καμιά δεκαριά καμένους γκοθάδες που μύρισαν θάνατο και ακολούθησαν αλλά μάλλον διάλεξαν λάθος πύλη, και γενικά ότι είδους φρικιό κυκλοφορούσε στην περιοχή. Καθώς ο ένας σατανικός ύμνος διαδεχόταν τον άλλο, η κόλαση πλησίαζε με βήμα γοργό. Με μάτια που έφτυναν φλόγες ο Κρόνος άρχισε να παροτρύνει το κοινό να παραδώσει την ψυχή του στους θεούς του ροκ εντ ρολ. Σε θεούς μαυρόψυχους, σκοτεινούς και κακόβουλους. Το άβουλο κοινό πράττει όπως διέταξαν οι βαρώνοι του σκότους και η δύναμη των κάτω θεών γίνεται μεγαλύτερη. Οι τέσσερις καβαλάρηδες εκπληρώνουν την αποστολή τους. Να φέρουν επί της γης τη μάχη που θα κρίνει τα πάντα. Λίγες ακόμα συναυλίες και οι θεοί του σκότους θα επανέρχονταν στην επιφάνεια. Λίγες ψυχές ακόμα...

Απότομη μεταφορά στο αμέρικα. Ο Σπάιντερμαν είναι κολλημένος στον τοίχο μιας πολυκατοικίας 30 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της γης και παίρνει μάτι δυο λεσβίες που ερωτοτροπούν. Ήταν μπλεγμένες σε μια μαθηματική εξίσωση που επέτρεπε ωστόσο την επίτευξη του στόχου τους που δεν ήταν άλλος από τη μέγιστη ηδονή. Η μάσκα του Σπάιντερμαν στην ευρύτερη περιοχή του στόματος φαινόταν υγρή. Σίγουρα έτρεχαν τα σάλια του. Ξαφνικά (χρησιμοποιώ τη λέξη αυτή συχνά – θέλω να προσδώσω χόλιγουντ αισθητική με γρήγορη πλοκή και συνεχείς ανατροπές για να καλυφθεί απ’ τα μάτια του θύματος-ακροατή η έλλειψη ουσίας), ξαφνικά, ξαφνικά καθώς οι δύο ερωμένες απελευθέρωναν τις έως τότε καταπιεσμένες από το φόβο της κοινωνικής κατακραυγής κραυγές τους, η σπάιντερσένς άρχισε να χτυπά σαν τρελή. Γουάτ δε χελ; Τι συμβαίνει; Κοιτάζει από ‘δω, κοιτάζει από ‘κεί, πάνου, κάτου, μέσα, όξω, τίποτις (πρόταση για νόμπελ αναμφισβήτητα)! Η σπάιντερσένς όμως συνεχίζει να κουδουνίζει. Ο ήρωάς μας τότε θυμήθηκε τα λόγια του αδικοχαμένου (σνιφ, κλαψ, λυγμ) θείου του που του είχε πει να είναι πάντα προσεκτικός και ότι η αλήθεια δεν βρίσκεται πάντα στην επιφάνεια (αμέρικαν φάμιλι βάλιους – τρομερό κόνσεπτ – συγκινήθηκα – είμαι σίγουρος πως κι εσείς το ίδιο). Παρά το φλας μπακ όμως, ο Σπάιντερμαν δε μπορούσε να βγάλει άκρη. Αποφάσισε να επιστρέψει στο μπανιστήρι παρά τις προειδοποιήσεις. Τότε ως δια μαγείας ήταν όλα ξεκάθαρα. Ο κούκος βγήκε δυο φορές από την ξύλινη φωλίτσα του υποδηλώνοντας ότι ο χρόνος που του έμενε είναι λίγος. Μόνο δύο μέρες. Αλλά δύο μέρες για τι; Δίπλα ακριβώς από το ρολόι υπήρχε μια μαύρη αφίσα με μοναδικά διακριτά σημεία ένα χρυσό κύκλο με μια εξίσου χρυσή πεντάλφα να ενώνει τις γωνίες της μαζί του και μέσα στην πεντάλφα το σχεδιάγραμμα μιας γνωστής τραγοκεφαλής. Πάνω από το σχέδιο αυτό βρισκόταν το λογότυπο των βένομ που προειδοποιούσαν: γουέλκαμ του χελ. Το χαμένο κομμάτι του παζλ ευρέθη! Το σχέδιο των δαιμονικών βένομ ήταν ξεκάθαρο όπως επίσης ξεκάθαρο ήταν ότι το σχέδιο αυτό έπρεπε να αποτύχει. Φορ δε σέηκ οφ ολ μανκάιντ. Πετάχτηκε από το τυροπιτάδικο να φάει μια μπουγάτσα γιατί τον είχε κόψει η λόρδα και κατόπιν κατευθύνθηκε προς το αεροδρόμιο, στην άλλη άκρη της πόλης. Η Νέα Υόρκη είναι πάντα πανέμορφη όταν τη διασχίζεις ενώ κρέμεσαι από ιστούς που άφησες να εκτοξευτούν από τα χέρια σου και σου επιτρέπουν να ταξιδεύεις όσο γρήγορα θέλεις χωρίς εμπόδια. Καθώς πλησίαζε προς το αεροδρόμιο πέρασε από ένα δρόμο που τις νύχτες χρωματίζεται από τα φορέματα των ιερόδουλων που βγάζουν το νυχτοκάματό τους. Ο (μονίμως μπάκουρας) Πίτερ τότε κατέβασε λίγο την παρδαλή του φόρμα και επέτρεψε στις πολύχρωμες φίλες του να χαζέψουν στα πεταχτά το καυτό του κωλαράκι. Οι φωνές και τα σφυρίγματά τους του έδωσαν κουράγιο οπότε σε λίγα λεπτά ήταν κολλημένος στο φτερό ενός αεροπλάνου της «σούπερμαν έργουεης» τυλιγμένος σε ιστό. Θύμιζε μούμια και ήταν κάπως αστείο αλλά ήταν σίγουρα καλύτερο από το να πληρώσει εισητήριο. Το ταξίδι ως το Λονδίνο ήταν άθλιο με αποκορύφωμα τη στιγμή που ένας γλάρος τράκαρε στο κεφάλι του λίγο πριν την προσγείωση. Είχε φτάσει όμως και μάλιστα τζάμπα. Μην ξεχνάμε πως είναι σχεδόν άνεργος. Στην αγγλική πρωτεύουσα πλέον, ξόδεψε τις πρώτες ώρες του χαζεύοντας τα αξιοθέατα. Ήταν η πρώτη φορά που επισκεπότοταν την γηραιά αλβιόνα και ευχόταν να το έκανε με την ιδιότητα του τουρίστα αλλά δεν μπορείς να τα έχεις όλα σ’ αυτόν τον κόσμο.


Το Λονδίνο του άφησε πολύ καλές εντυπώσεις αλλά ο λόγος που βρισκόταν εκεί ήταν άλλος. Έπρεπε να σώσει την ανθρωπότητα από τους Βένομ. Για να το κάνει όμως αυτό έπρεπε πρώτα να τους βρει. Δε θα ήταν δύσκολο καθώς υπήρχαν ήδη πολλοί νέοι που είχαν παραδώσει τις ψυχές τους στους θεούς του κάτω κόσμου και κυκλοφορούσαν στους δρόμους με μπλούζες με το λογότυπο του καταραμένου συγκροτήματος. Κάποιος θα βρισκόταν να του δώσει τις απαραίτητες πληροφορίες. Δε μπορούσε όμως να ρωτάει τους ανθρώπους πίσω από τη μάσκα του Σπάιντερμαν. Έβγαλε από το τσεπάκι του το εγχειρίδιο με τα ξόρκια και ξεφώνισε τα μαγικά λόγια (γκχνφλλστρκτσα βτ μέξφμρπρτς α χλπτρς αήγκ φιορδ – σας παραθέτω και το ξόρκι γιατί, όπως έχει προαναφερθεί άλλωστε, εμείς μιλάμε με στοιχεία) που τον μετέτρεψαν σε Πίτερ Πάρκερ. Ξεχύθηκε κατόπιν στους λονδρέζικους δρόμους και έψαχνε στοιχεία και πληροφορίες που θα τον οδηγούσαν στον τόπο της συναυλίας. Όσο πιο πολύ μιλούσε με κόσμο τόσο πιο πολύ εκνευριζόταν με τους άγγλους και με το χυδαίο τρόπο με τον οποίο εξευτελίζουν την αμερικανική γλώσσα. Φορτισμένος με αρνητική ψυχολογία λοιπόν, έφτασε στον τόπο που θα εμφανίζονταν οι Βένομ και αγανάκτησε ακόμα περισσότερο με την ανταπόκριση της νεολαίας στο σατανικό κάλεσμα. Της πουτάνας γινόταν! Λίγα λεπτά μετά η συναυλία είχε αρχίσει και εκκωφαντικοί θόρυβοι προσπαθούσαν να γκρεμίσουν το οικοδόμημα που στέγαζε το γεγονός. Ο Σπάιντερμαν δε θα έμπαινε από την πόρτα. Σκαρφάλωσε σαν κατσούλι πάνω στους τοίχους και έφτασε στην οροφή όπου βρήκε ένα παραθυράκι που θα τον έβαζε μέσα τσάμπα. Το θέαμα ήταν φρικτό! Νέοι μαζί με τους δικηγόρους τους υπέγραφαν συμβόλαια αιώνιας αφοσίωσης στο Σατανά και οι Βένομ από το πάλκο να σπέρνουν τον πανικό. Ο Σπάιντερμαν δεν μπορούσε να επιτρέψει να συνεχιστεί αυτό το αίσχος. Έκοψε τα κεντρικά καλώδια και ταυτόχρονα έκοψε και το «κάουντες μπάθορι» στη μέση ο μαλάκας. Μετά πήδηξε στη σκηνή και έριξε μπουνιά στη μούρη του Μάντας. Ο τελευταίος τότε τα πήρε στο κρανίο και του έριξε την κιθάρα στο κεφάλι. Ζαλισμένος ο Σπάιντερμαν, έπεσε στο πάτωμα γιατί η κιθάρα ήταν πολύ πολύ χέβι (ιδίως για την εποχή). Με τις χορδές της ίδιας κιθάρας, ο Μάντας τον έδεσε και άρχισε να τον κατουράει και να τον βρίζει. Το μόνο που κατάφερε να κάνει ο αμερικανός υπερήρωας ήταν να εκτοξεύσει ιστό στο πρόσωπο του Κρόνος ο οποίος ετοιμαζόταν να ξεστομίσει κατάρες και μπλακ μάτζικ ξόρκια. Στο καπάκι, σκάει μύτη και ο Άμπαντον που επωφελήθηκε από τη διακοπή του ρεύματος και πήγε για χέσιμο. Όταν γύρισε είδε το Σπάιντερμαν δεμένο με την πλάτη γυρισμένη και τους άλλους δύο να του βαράνε κλωτσιές. Αμέσως, κατέβασε το παντελόνι του Σπάιντερμαν και του έβαλε κωλοδάχτυλο, σχετικά εύκολα παρεπιπτόντως, αλλά η αμοιβή του ήταν μια γερή κλωτσιά στη μούρη που τον έριξε κάτω αναίσθητο και με μερικά δόντια σπασμένα. Το κωλοδάχτυλο τον εκνεύρισε σε τέτοιο βαθμό που κατάφερε να σπάσει τα δεσμά του με ένα υπεράνθρωπο σφίξιμο. Τού’ φυγε και μια τρελή κλανιά με παραπονιάρικο ήχο και ο Κρόνος διπλώθηκε στο πάτωμα από τα γέλια. Ο Σπάιντερμαν δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Σήκωσε τον Κρόνος ψηλά και τον έριξε πάνω στο κεφάλι του Μάντας σωριάζοντάς τους στο πάτωμα. Αφού τους τύλιξε σε ιστό έβγαλε από το τσεπάκι του (είναι σε φάση σπορτ Μπίλι, χωράει μέσα τα ρούχα του, φωτογραφική μηχανή, βιβλία, τσατσάρα, το πρωινό του...) τη φωτογραφική του μηχανή για να πουλήσει τις φωτογραφίες στο αφεντικό του στην εφημερίδα. Μοιραίο λάθος! Μοιραίο γιατί έδωσε την ευκαιρία στη Λούλου (την κρατούσα για το τέλος) να γραπώσει ολόκληρο (!) το γεννητικό του σύστημα στα σαγόνια της και να σφίγγει, να σγίγγει... Πριν προλάβει να αντιδράσει ο Σπάιντερμαν, το τέτοιο και τα τέτοια του ήταν εντελώς αποκομμένα από το υπόλοιπο σώμα του αφήνοντας τον να ουρλιάζει από τον πόνο. Δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια του άλλο και άφησε το κορμί του να πέσει προς τα μπρος. Λίγα λεπτά μετά άφησε και την τελευταία του ανάσα κατουρημένος, αιμόφερτος και ευνουχισμένος. Το θριαμβευτικό γαύγισμα της Λούλου αφύπνησε τους υπόλοιπους τρεις, τράβηξαν κάτι γραμμούλες να στρώσουνε, άλλαξαν τα καλώδια και συνέχισαν τη συναυλία. Το κοινό ήταν ακόμη εκεί, μόνο οι δικηγόροι είχαν φύγει και η συναυλία θα έμενε για πάντα στην ιστορία. Οι Βένομ θριάμβευσαν, οι δυνάμεις του σκότους μαζί τους, το κουφάρι του Σπάιντερμαν διαμελίστηκε και τα μέλη του δόθηκαν στο κοινό με αυτόγραφα πάνω τους ως αναμνηστικά από τη συναυλία, στο Λονδίνο ο εωσφόρος άπλωνε τα φτερά του πάνω από την πόλη και έζησαν όλοι καλά κι εμείς καλύτερα.